Όπως αναφέρουν ο Markey κι οι συνεργάτες του, όσον αφορά στις διαπροσωπικές σχέσεις μεταξύ δυο ατόμων, έχει μελετηθεί από τους ερευνητές η έννοια της συμπληρωματικότητας των συμπεριφορών, ή αλλιώς η αρχή ότι κάθε συμπεριφορά προκαλεί μια αντίστοιχη συμπληρωματική της.

Το κάθε άτομο, όταν εκδηλώνει μια συγκεκριμένη συμπεριφορά, μπορεί να προβλέψει ως ένα βαθμό τη συμπεριφορά που θα εκδηλώσει το άτομο με το οποίο αλληλεπιδρά. Υπάρχει δηλαδή μια προσδοκία για τη συμπεριφορά του ατόμου με το οποίο συναναστρέφεται. Επίσης, όταν το άτομο προσδοκά μια συγκεκριμένη εκδήλωση συμπεριφοράς από κάποιον άλλον, θα προσαρμόσει ανάλογα και τη δική του στάση. Για παράδειγμα, αν κάποιος περιμένει πως το άτομο με το οποίο θα συναναστραφεί θα είναι ευγενικό τότε κι ο ίδιος θα είναι προδιατεθειμένος να εκδηλώσει μια επίσης ευγενική συμπεριφορά.

Όταν ένα άτομο λαμβάνει τη συμπεριφορά που προσδοκά, τότε αποδέχεται σε μεγαλύτερο βαθμό τη συγκεκριμένη διαπροσωπική (δυαδική) σχέση, οπότε δημιουργείται ένα θετικό και πρόσφορο κλίμα συνεργασίας. Ο Tracey μας λέει πως η αμοιβαιότητα αυτή των συμπεριφορών έχει βρεθεί ότι εμφανίζεται με παρόμοιο τρόπο, κάτω από διαφορετικές συνθήκες και με διαφορετικούς στα χαρακτηριστικά ανθρώπους, οπότε είναι μια χρήσιμη γνώση για να διαμορφώσουμε τις διαπροσωπικές μας σχέσεις στο χώρο εργασίας κι όχι μόνο.

Στη θεωρία, η συμπληρωματικότητα των συμπεριφορών παρουσιάζεται σχηματικά, τοποθετώντας τις μεταβλητές της συμπεριφοράς σε έναν κύκλο όπου η γωνία που σχηματίζεται μεταξύ τους δηλώνει και την πιθανότητα (μικρότερη ή μεγαλύτερη) να εκδηλωθεί μια συμπεριφορά στην εκδήλωση μια άλλης. Ο κύκλος αυτός χωρίζεται από δύο άξονες: ο κάθετος άξονας είναι ο άξονας κύρους κι ελέγχου (Κυριαρχικός-Υποτακτικός) κι ο οριζόντιος άξονας είναι ο άξονας του συναισθήματος (Επιθετικός-Φιλικός).

Η θεωρία αυτή της συμπληρωματικότητας, με τον κυκλικό σχηματισμό των συμπεριφορών (Circumplex Theory), προτάθηκε αρχικά από το Leary το 1957. Από τότε διάφοροι ερευνητές, όπως ο Myllyniemi, ο Strong με τους συνεργάτες του κι ο Wiggins, πρότειναν διάφορες παραλλαγές της θεωρίας, σχετικά με τη θέση και τη σχέση μεταξύ των συμπεριφορών που παρουσιάζονται σε αυτόν τον κύκλο, τις οποίες όμως δε θα αναλύσουμε εδώ.

Η ουσία της θεωρίας κι αυτό που πρέπει να έχουμε υπόψη μας είναι η αμοιβαιότητα που διέπει τις συμπεριφορές στα πλαίσια των διαπροσωπικών σχέσεων. Υπάρχει μια κανονιστική λειτουργία των συμπεριφορών, δηλαδή η εμφάνισή τους γίνεται σε γενικές γραμμές βάσει κάποιων κανόνων.

Αυτά τα μοτίβα συμπεριφορών, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Tracey, υπάρχουν για την αυτό-επιβεβαίωση του ατόμου, δηλαδή το άτομο θα αλληλεπιδράσει με άτομα των οποίων η συμπεριφορά θα διευκολύνει αυτήν την αυτό-επιβεβαίωση. Σε ένα χώρο εργασίας, το άτομο θα αναπτύξει πιο καλές σχέσεις και συνεργασία με άτομα των οποίων οι συμπεριφορές βρίσκονται σε συνάφεια με τη δική του στάση.

Άλλοι Παράγοντες
Ο Markey κι οι συνεργάτες του μας αναφέρουν πως το τι συμπεριφορά θα εκδηλώσει ένα άτομο δεν εξαρτάται μόνο από την προσωπικότητά του και τις προδιαθέσεις του, αλλά κι από το πλαίσιο (εργασιακό περιβάλλον, κανόνες, διαδικασίες κ.λπ.) μέσα στο οποίο βρίσκεται. Μακροπρόθεσμα όμως οι προδιαθέσεις είναι αυτές που τελικά υπερισχύουν των συγκυριών (πλαίσιο). Για παράδειγμα, μπορεί κάποιος με επιθετικό χαρακτήρα να είναι ευγενής επειδή το επιβάλλουν οι άτυποι κανόνες του χώρου εργασίας, αλλά μακροπρόθεσμα δε θα μπορέσει να διατηρήσει αυτήν την επίφαση ευγένειας και θα εκδηλώσει πάλι την επιθετικότητά του.

Πρακτικά, λοιπόν, η συμπεριφορά που θα εκδηλώσει το κάθε άτομο σε μια δεδομένη στιγμή θα επηρεαστεί από τους παράγοντες προσωπικότητα (προδιαθέσεις), περιβαλλοντικό πλαίσιο και συμπεριφορά των άλλων ατόμων. Για παράδειγμα, αν ένας άνθρωπος που είναι πράος δεχθεί μια επιθετική συμπεριφορά, ενδέχεται να παραμείνει ήρεμος (προδιάθεση) ή να εκδηλώσει αντεπίθεση (αντίδραση στη συμπεριφορά των άλλων).

Εκπαίδευση στην Οργανωτική Συμπεριφορά
Όπως αναφέραμε, οι συμπεριφορές μακροπρόθεσμα επηρεάζονται περισσότερο από την προσωπικότητα του καθενός παρά από τις συγκυριακές καταστάσεις (πλαίσιο λειτουργίας, συμπεριφορά συναδέλφων κ.λπ.). Οπότε, όσον αφορά στη συμπεριφορά στο χώρο εργασίας, η εκπαίδευση που λαμβάνουν οι εργαζόμενοι σε αυτόν τον τομέα (για όσες επιχειρήσεις το πράττουν) πρέπει να είναι συνεχής, διότι σε βάθος χρόνου οι προδιαθέσεις είναι αυτές που θα υπερισχύσουν κι οι θετικές συμπεριφορές που τους διδάχθηκαν θα ξεχαστούν, ενώ θα βγουν και πάλι στην επιφάνεια η παλιές αρνητικές συμπεριφορές, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη διατήρηση των καλών διαπροσωπικών σχέσεων και της καλής συνεργασίας ανάμεσα στους εργαζομένους.


Πρακτικά Συμπεράσματα
Δεδομένου, λοιπόν, ότι υπάρχουν πολλοί παράγοντες που επηρεάζουν τη συμπεριφορά, με την προσωπικότητα να είναι από τους πιο ισχυρούς, όταν μιλάμε για τη συμπληρωματικότητα των συμπεριφορών αναφερόμαστε περισσότερο σε πιθανότητα κι όχι σε βεβαιότητα. Όπως το διατυπώνουν λοιπόν ο Tracey κι οι συνεργάτες του, η εκδήλωση μιας συμπεριφοράς προκαλεί μια αντίστοιχη συμπληρωματική της με κάποια πιθανότητα (μικρότερη ή μεγαλύτερη) και δεν την καθορίζει απόλυτα.

Το σημαντικό είναι ότι η θεωρία της συμπληρωματικότητας μας δείχνει πως μπορούμε να προβλέψουμε και να επηρεάσουμε, έστω και πιθανολογικά, τη συμπεριφορά των ατόμων με τους οποίους αλληλεπιδρούμε. Αν θέλουμε δηλαδή να προκαλέσουμε εντάσεις, μάλλον θα το πετύχουμε με μια επιθετική μας συμπεριφορά, καθώς και το αντίστροφο (χωρίς να είναι βέβαιο όπως είπαμε).

Οπότε, την επόμενη φορά που θα πάμε σε μια δημόσια υπηρεσία και θα είμαστε αρνητικά προδιατεθειμένοι για την ταλαιπωρία που πρόκειται να υποστούμε, ας αλλάξουμε διάθεση κι ας είμαστε υπομονετικοί, χαμογελαστοί κι ευγενικοί. Ίσως έτσι να λάβουμε κι από τους υπαλλήλους μια ανάλογη συμπεριφορά και να εξυπηρετηθούμε καλύτερα.

Οι διαπροσωπικές σχέσεις είναι σημαντικός παράγοντας για τη συνεργασία και την ομαδικότητα μέσα σε μια επιχείρηση. Η αμοιβαία κατανόηση, η εμπιστοσύνη κι η αλληλοϋποστήριξη στο χώρο εργασίας είναι απαραίτητα στοιχεία για την απόδοση και την ευημερία (οικονομική και ψυχολογική) τόσο των εργαζομένων όσο κι ολόκληρης της επιχείρησης.

Όπως αναφέρει ο Housel, τα χαρακτηριστικά που πρέπει να διαθέτει ένα άτομο ώστε να θεωρείται ομαδικός παίκτης και να είναι ικανό να δημιουργήσει μια θετική διαπροσωπική σχέση, είναι να είναι ευγενικό, να στηρίζει, να είναι ευγνώμων, να βοηθάει, να σέβεται, να συνεργάζεται, να είναι αξιόπιστο, να επικοινωνεί ανοιχτά και να είναι θετικό στην αλλαγή και στη μάθηση.

Αντίθετα, ένα άτομο που κωλυσιεργεί, δεν αναλαμβάνει ρόλους πέρα από τους επίσημα ανατεθειμένους, είναι πηγή ανυπόστατων φημών (κουτσομπολιά), δεν συνεργάζεται, έχει επιθετική συμπεριφορά και νοιάζεται μόνο για την προσωπική του ανάπτυξη κι επιτυχία, είναι μάλλον ένα άτομο που μόνο βλαβερό θα είναι μέσα σε μια επιχείρηση, ανίκανο να δημιουργήσει παραγωγικές διαπροσωπικές σχέσεις.

Είναι στην ευθύνη της ηγεσίας να ελέγξει τις συμπεριφορές των εργαζομένων, να τις κατευθύνει προς τη θετική τους πλευρά, ακόμα και να τις προβλέψει, αξιολογώντας σωστά τους υποψηφίους κατά τη διαδικασία επιλογής προσωπικού. Αυτό που χρειάζεται είναι σωστός προγραμματισμός και σωστή επιλογή ατόμων για την κάθε εργασία, δημιουργία των κατάλληλων συνθηκών (στήριξη, ανταμοιβές, εργασιακό περιβάλλον κ.λπ.) που θα διευκολύνουν τις επιθυμητές συμπεριφορές, καθώς και συνεχή εκπαίδευση.